Το περίφημο κίτρο Νάξου είναι ένα από τα τρία ελληνικά ηδύποτα με ονομασία προέλευσης.
Στη Νάξο συναντάμε κιτριές στον κάμπο των Εγγαρών και του Σαγκρίου, αλλά και στις κοιλάδες της ενδοχώρας όπου επικρατούν ήπιοι χειμώνες και δροσερά καλοκαίρια.
Τα φύλλα της κιτριάς χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του ποτού κίτρο Νάξου, ενώ από τον καρπό της παράγονται διάφορα γλυκά κουταλιού.
Η παραγωγή του ποτού ξεκίνησε πολύ παλιά ως κιτρόρακο, όμως γύρω στο 1870 οι Ναξιώτες δημιούργησαν ένα καινούργιο απόσταγμα με οινόπνευμα και φύλλα κιτριάς, το γνωστό σε όλους σήμερα κίτρο Νάξου.
Από τη Νάξο το κίτρο μέσω εξαγωγών πήγε σε όλα τα μέρη, όπου ανθούσε ο Ελληνισμός, (Ρωσία, Αμερική, Αίγυπτο, Μικρά Ασία κλπ), πήρε μέρος σε πλήθος διεθνών και ελληνικών εκθέσεων (Μασσαλία, Μπορντώ κ.α.), και απέσπασε για το προϊόν του πλήθος διακρίσεων και επαίνων (χρυσά μετάλλια Μασσαλία 1904, Μπορντώ 1907, Αθήνα 1903 και 1914, Θεσσαλονίκη 1936 κ.ά.).
Η διαδικασία παρασκευής του ποτού αρχίζει με τη συγκομιδή των φύλλων κίτρου, όταν αυτά έχουν το πλήρες άρωμα τους, δηλαδή από το Σεπτέμβρη και μπορεί να διαρκέσει όλο το χειμώνα.
Τα φύλλα απαλλάσσονται από τα ξερά και προσβεβλημένα από ασθένειες μέρη, αποστάζονται σε παραδοσιακό λέβητα (άμβυκα) μέσα σε αλκοολούχο λουτρό.
Το αιθέριο έλαιο τους διαλύεται μέσα στο οινόπνευμα και το απόσταγμα δίνει τους τρεις βασικούς τύπους: το λευκό, στους 33 βαθμούς, το πράσινο στους 30 βαθμούς και το κίτρινο στους 36 βαθμούς.