Ξεκινήστε την περιήγησή σας στη Χώρα της Νάξου με μια βόλτα στο Κάστρο. Σε ελάχιστα μέρη της Ελλάδας μπορεί κάποιος να γυρίσει πίσω στον χρόνο και να αισθανθεί πώς ήταν μια μεσαιωνική πόλη σε όλη της την αρχιτεκτονική δομή και λεπτομέρεια.
Με τη μετατροπή πολλών αρχοντικών σε μουσεία και με τη συντήρηση άλλων αρχοντικών από τους ιδιοκτήτες τους, το Κάστρο της Νάξου είναι ένα ζωντανό μεσαιωνικό μουσείο, με μοναδική ατμόσφαιρα.
Το Κάστρο χτίστηκε χωρίς επικοινωνία με τη θάλασσα, αλλά μόνο με το εσωτερικό του νησιού, για λόγους προστασίας.
Έξω από το Κάστρο αναπτύχθηκαν αργότερα δύο οικισμοί Μπούργος βορειοδυτικά, με τους πιο εύπορους κατοίκους, και το Νιο Χωριό νότια.
Οι πύλες του Κάστρου είναι τρεις: Το «Παραπόρτι» η νότια πύλη, που είναι η βασική είσοδος των επισκεπτών στο Κάστρο, η βόρεια είσοδος, η περίφημη «Τρανή Πόρτα», κι ακόμα μια νοτιοανατολική, το Πίσω Παραπόρτι, που σήμερα δεν σώζεται.
Περνώντας τις πύλες του, ο επισκέπτης περνά σ’ έναν άλλο χώρο και χρόνο όπου κυριαρχούν η ηρεμία, οι στενοί δρόμοι, οι εσωτερικές, κατά κανόνα, αυλές με τα λουλούδιά τους, τα αρχοντικά (παλάτια τα ονόμαζαν οι ευγενείς), με τα οικόσημα στα υπέρθυρα.
Μπαίνοντας στην καστροπολιτεία από την Τρανή Πόρτα, στα δεξιά θα δείτε τον Πύργο Della Rocca Barozzi. Αρχοντικό από τα παλαιότερα στο κάστρο, είναι σήμερα το Ενετικό και Λαογραφικό Μουσείο και φιλοξενεί τα παλιά έπιπλα του αρχοντικού, κειμήλια της εποχής, αλλά και σύγχρονα έργα ζωγραφικής και γλυπτικής που το μουσείο φιλοξενεί κατά καιρούς σε διάφορες εκθέσεις.
Δίπλα στο Ενετικό Μουσείο βρίσκεται ο Πύργος των Κρίσπι, ο μόνος που σώζεται από τους δώδεκα πύργους του Κάστρου που είχαν χτιστεί στους μεσαιωνικούς χρόνους για να το προστατεύουν.
Σύμφωνα με την τοπική αφήγηση ο πύργος ήταν το ανάκτορο της δυναστείας των Κρίσπι, όμως στην πραγματικότητα το οικοδόμησε ο νόθος γιος του δούκα Γουλι- έλμου του Β΄, μετά το 1453, ο οποίος δεν είχε δικαιώματα στον θρόνο της ηγεμονίας.
Σήμερα ο πύργος λειτουργεί σαν Βυζαντινό Μουσείο, κατά την επιθυμία των δωρητών του στο κράτος, της οικογένειας Π. Γλέζου. Γι’ αυτό κι είναι γνωστός και ως πύργος του Γλέζου ή της Απεραθίτισσας, εξαιτίας της καταγωγής της οικογένειας.
Στο υπέρθυρο της εισόδου του υπάρχει ένα αρκετά περίεργο οικόσημο: μια σύνθεση με οθωμανικά και ρωσικά στοιχεία. Πρόκειται για τα διπλώματα αναγνώρισης υπηρεσιών προς τις δύο δυνάμεις της εποχής, που έλαβε ένας από τους κυρίους του πύργου, ο Ιωσήφ Μπαρότζι, αξιωματούχος
της Ρωσίας.
Προχωρώντας προς την κεντρική Πλατεία του Κάστρου βλέπετε την Μητρόπολη των Καθολικών, ένα μεσαιωνικό κτίσμα με μαρμάρινο δάπεδο και επιτύμβιες πλάκες με οικόσημα, από τις σημαντικότερες καθολικές οικογένειες που έζησαν στο νησί τους τελευταίους πέντε αιώνες. Στον ναό αξίζει να θαυμάσετε τη ξεχωριστή βυζαντινή εικόνα της Παναγίας που την αναπαριστά σε όρθια στάση. Η εικόνα έχει διπλή όψη και στη δεύτερη πλευρά της απεικονίζει τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο.
Ακριβώς πίσω από την Καθολική Μητρόπολη και δίπλα στο Καθολικό Επισκοπικό Μέγαρο, βρίσκεται η Παναγία η Θεοσκέπαστη. Η εκκλησία είναι ναός δίκλιτος. Το ένα κλίτος (δεξιά) ανήκει στην Παναγία και το άλλο στην Αγία Αναστασία τη Φαρμακολύτρια. Πρόκειται πιθανότατα για το παλαιότερο μνημείο απ’ όσα σώζονται στο Κάστρο, που μας «κληροδότησε» τον «Κώδικα της Θεοσκέπαστης» και αμφιπρόσωπες φορητές εικόνες.
Ανατολικά της εκκλησίας της Θεοσκέπαστης, κοντά στο Πίσω Παραπόρτι, βρίσκεται η Μονή Καπουκίνων. Αποτελείται από την εκκλησία που είναι αφιερωμένη στον Άγιο Αντώνιο της Πάδουας και το κυρίως κτήριο της Μονής. Ο ναός είναι μονόκλιτος, με ωραίες εικόνες και το μαρμαρένιο δάπεδό του στολίζεται από τάφους αρχόντων με τα οικόσημά τους, όπως των Κορονέλλων-Κάστρι και των Λορεντάνων-Κρίσπι.
Οι Καπουτσίνοι έφθασαν στη Νάξο το 1628. Ο ναός λειτούργησε και ως σχολείο. Ο «Κώδικας της Μονής των Καπουκίνων» που διασώθηκε, αποτελεί σημαντική μαρτυρία για τη ζωή και την ιστορία της Μονής αλλά και για την ιστορία, τη ζωή και τις περιπέτειες ολόκληρου του Κάστρου το μεγαλύτερο διάστημα της Τουρκοκρατίας.
Ο ανηφορικός δρόμος οδηγεί στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάξου, ένα μουσείο εξαιρετικού ενδιαφέροντος με ευρήματα χιλιετιών. Στεγάζεται από το 1973 σε ένα πενταόροφο παλιό αρχοντικό του Κάστρου της Χώρας, την άλλοτε Εμπορική Σχολή όπου φοίτησε για ένα χρόνο και ο Νίκος Καζαντζάκης.
Τα εκθέματά του προέρχονται από την Νάξο και τα γειτονικά νησιά Κέρο, Δονούσα και Κουφονήσια, ενώ χρονολογούνται από την νεότερη Νεολιθική Εποχή (4η χιλιετία π.Χ.) μέχρι τα Παλαιοχριστιανικά χρόνια (6ο αιώνας μ.Χ.)
Πέρα από τα περίφημα ειδώλια της πρωτοκυκλαδικής περιόδου που συγκρίνονται με εκείνα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, οι αρχαιολογικές συλλογές του περιλαμβάνουν επίσης αξιόλογα δείγματα κεραμικής της υστερομυκηναϊκής περιόδου, κτερίσματα από χρυσό, ασήμι και χαλκό, γυάλινα αντικείμενα της ρωμαϊκής περιόδου, γλυπτά, μέρη αγαλμάτων και σαρκοφάγων, ορειχάλκινα όπλα και εργαλεία κ.ά.
Στην ατμοσφαιρική ταράτσα του, που βρίσκεται στο πίσω μέρος του κτιρίου, εντυπωσιάζει το ψηφιδωτό δάπεδο που απεικονίζει ημίγυμνη γυναικεία μορφή που ιππεύει θαλάσσιο τέρας.
Δίπλα στην Εμπορική Σχολή, βρίσκεται η Καπέλλα Καζάτζα. Η Καπέλλα Καζάτζα (ελληνικά σημαίνει σπίτι-εκκλησία) κτίστηκε τον 13ο ή κατά άλλους μελετητές τον 14ο αιώνα.
Είναι βέβαιο ότι η ίδρυση της Εμπορικής Σχολής στηρίχτηκε στην περιουσία της Καπέλλας που αυξήθηκε ακόμη πε- ρισσότερο από τα αφιερώματα των πιστών από τον 17ο αι.
Απέναντι από το Αρχαιολογικό Μουσείο βρίσκεται η Σχολή και Μονή Ουρσουλινών.
Η κανονική λειτουργία της Σχολής Ουρσουλινών ανάγεται στο 1739, αλλά οι προσπάθειες για τη δημιουργία σχολείου για κορί- τσια είχαν ξεκινήσει έναν αιώνα νωρίτερα από τον Ιησουΐτη ηγούμενο και ιστορικό της Νάξου Ροβέρτο Σωζέ. Το 1986 το οίκημα αγοράσθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο και έκτοτε χρησιμοποιείται για πολιτιστικούς σκοπούς.
Η Μονή Ουρσουλινών ανακαινίστηκε πρόσφατα από την Αρχιεπισκοπή Τήνου και Νάξου και το κτίριο χρησιμοποιείται και λειτουργεί ως πνευματικό και πολιτιστικό κέντρο της Καθολικής Αρχιεπισκοπής.