Η Ναξιώτικη σμύριδα ή σμυρίγλι στην τοπική διάλεκτο, είναι ορυκτό πέτρωμα που υπάρχει σε αφθονία στις πλαγιές του όρους Αμόμαξη ανάμεσα στους οικισμούς Κόρωνο και Απείρανθο.
Το χρώμα της είναι κυανόμαυρο ή, ορισμένες φορές κατάμαυρο και περιέχει κυρίως κορούνδιο (50%- 66%), οξείδια του σιδήρου (16%- 28%) και άλλα ορυκτά (περίπου 20%).
Η περιεκτικότητα της σε κορούνδιο χαρακτηρίζει την σκληρότητα και συνεπώς και την ποιότητα της.
Η σκληρότητα της κυμαίνεται από 7έως 9 στην κλίμακα Mohs, στην οποία το 10 κατέχει το διαμάντι.
Σχεδόν το σύνολο των εκμεταλλεύσιμων αποθεμάτων σμύριδας της Ελλάδας βρίσκεται στη Νάξο.
Η ποιοτική υπεροχή της Ναξιώτικης σμύριδας είναι γνωστή από την αρχαιότητα που χρησιμοποιείτο σαν λειαντικό και στιλβωτικό υλικό.
Η χρησιμότητα του σμυριγλιού σήμερα, αφορά τη βιομηχανία των λειαντικών μέσων σε εφαρμογές όπου απαιτείται υψηλή αντιολισθητική συμπεριφορά, όπως αντιολισθητικούς ασφαλτοτάπητες, βιομηχανικά δάπεδα, πυρίμαχα δάπεδα χυτηρίων, πεζοδρόμια, κεκλιμένα επίπεδα, διαδρόμους τροχοδρόμησης αεροδρομίων, ράμπες φόρτωσης κ.ά.
Επίσης με σμύριδα κατασκευάζονται σμυριδόπανα, σμυριδοτροχοί και σμυριδοακόνες, ενώ κυκλοφορεί στο εμπόριο και σε μορφή σκόνης που χρησιμοποιείται για τη λείανση και την επεξεργασία μετάλλων, λίθων, γυαλιού, στην αποφλοίωση του ρυζιού και αλλού.